Το Κοινωνικό Πολύκεντρο της ΑΔΕΔΥ κυκλοφόρησε τη μελέτη «Συγκριτική Αποτίμηση της Αγοραστικής Δύναμης των Δημοσίων Υπαλλήλων στην Ελλάδα και στις χώρες της ΕΕ – Περίοδος Αναφοράς 2016-2020».
Η έννοια της Αγοραστικής Δύναμης στην Οικονομία σχετίζεται με τη δαπάνη των νοικοκυριών για καταναλωτικά αγαθά και υπηρεσίες και αποτιμά την οικονομική άνεση των πολιτών να ικανοποιούν τις βιοποριστικές και άλλες τους ανάγκες. Η Αγοραστική Δύναμη, υπολογιζόμενη για ομάδες χωρών, χρησιμεύει στο να συγκρίνει την οικονομική τους κατάσταση και κατ’ επέκταση το βιοτικό επίπεδο των πολιτών, να παρακολουθεί χρονικά την οικονομική τους εξέλιξη και να συνεισφέρει στον υπολογισμό μεγεθών όπως ο πληθωρισμός. Η παραδοσιακή προσέγγιση επιχειρεί την εκτίμηση της αγοραστικής δύναμης με τη βοήθεια δεικτών (για παράδειγμα ο δείκτης Ισοτιμίας Purchasing Power Parity – PPP) ο οποίος υπολογίζεται από τις τιμές αγοράς σε συγκριμένα βασικά αγαθά (προϊόντα και υπηρεσίες) και λαμβάνει υπόψη τις νομισματικές ισοτιμίες των χωρών. Όμως η προσέγγιση αυτή δεν συνεκτιμά τις αποδοχές των πολιτών, εστιάζει μόνο στις τιμές των καταναλωτικών αγαθών και δεν αποτυπώνει όλους τους παράγοντες που συντελούν στο κόστος διαβίωσης πχ. φορολογία ακίνητης περιουσίας.
Η παρούσα μελέτη, στοχεύει στο να απαντήσει σε δύο ερωτήματα :
α) Συγκριτικά με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, σε ποιο βαθμό οι αποδοχές (μηνιαίος καθαρός μισθός) των δημοσίων υπαλλήλων στην Ελλάδα ανταποκρίνονται στο εκάστοτε κόστος διαβίωσης ;
β) Εάν υποθέσουμε ότι οι αποδοχές δεν καλύπτουν το κόστος διαβίωσης, ποιο θα ήταν εκείνο το επίπεδο του ποσού που να αντιστοιχεί είτε στη μέση ευρωπαϊκή χώρα είτε στις καλύτερες;
Η ομάδα που ανέλαβε την μελέτη αποτελούταν από τον Δρ. Ιωάννη Σμυρλή, Σχολή Οικονομικών, Επιχειρηματικών και Διεθνών Σπουδών, Πανεπιστήμιο Πειραιώς και τον Δρ. Αναστάσιο Σαλή, Γεν. Διευθυντή Πληροφορικής και Επικοινωνιών, Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου.
Η παρούσα μελέτη αποτελεί επέκταση σχετικής προηγούμενης, η οποία βασίστηκε σε δεδομένα των χωρών της ΕΕ για το έτος 2016. Επιχειρεί να επανεκτιμήσει τον δείκτη για τα έτη 2016 – 2020, καταγράφοντας τη χρονική εξέλιξη της αγοραστικής δύναμης και βελτιώνοντας τις πηγές των δεδομένων. Υπολογίζει για κάθε έτος ξεχωριστά τη τιμή του δείκτη Αποδοχών – Κόστους διαβίωσης για 30 περιπτώσεις : 28 χώρες της ΕΕ, μέσος Ευρωπαϊκός των 28 χωρών και μέσος Ευρωπαϊκός των χωρών της ευρωζώνης. Τονίζεται ιδιαιτέρως ότι τα δεδομένα για τους υπολογισμούς του δείκτη ελήφθησαν αποκλειστικά από δημοσιευμένα στοιχεία της Eurostat, διασφαλίζοντας έτσι την αξιοπιστία, την εγκυρότητα και τη δυνατότητα της επανάληψης της μελέτης στο μέλλον.